ΙΔΡΥΣΗ – ΟΝΟΜΑΣΙΑ
Η ίδρυση του χωριού δεν είναι ακόμα απόλυτα εξακριβωμένη χρονικά. Τα πρώτα σημάδια ύπαρξης του χωριού ανάγονται γύρω στον 8ομ.Χ. αιώνα. Αυτή η εκτίμηση βασίζεται σε διάφορα κτίσματα γοτθικού ρυθμού, αλλά και σε κειμήλια ιερών ναών και τάφους εβραϊκού τύπου που έχουν βρεθεί.
Η παλαιότερη ονομασία του χωριού όπως προαναφέραμε ήταν «Χρύσου» και συνοδεύονταν απ’ το εμπρόθετο ουδέτερο άρθρο «στου», όπως συνηθιζόταν τότε (π.χ. «πάμε στου Χρύσου»). Τη σημερινή ονομασία το χωριό την απέκτησε το 1961, όταν το όνομα αλλάχθηκε από «Χρύσου» σε «Χρύσω».
Μια παράδοση λέει ότι κάποτε μόνασε στην πιο παλιά εκκλησία του χωριού, στους Άγιους Ταξιάρχες, μία γυναίκα πρακτική γιατρός που παρασκεύαζε ιάματα με θεραπευτικά βότανα, η επονομαζόμενη Χρύσω και ότι επειδή πάρα πολλοί την επισκέπτονταν για τις ιατρικές υπηρεσίες της, από τη φράση που συχνότατα ακούγονταν, «πάμε στη Χρύσω», το χωριό πήρε έτσι το όνομά του!
Διοικητικά το χωριό αποτελούσε χωριστή κοινότητα μέχρι το 1998, από το 1999 ως το 2010 ανήκε στον «καποδιστριακό» δήμο Βίνιανης και σήμερα υπάγεται ως τοπική κοινότητα στον διευρυμένο «καλλικρατικό» δήμο Αγράφων, με έδρα το Κερασοχώρι.
ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ
Κατά την περίοδο αυτή φαίνεται πως η Χρύσω συμμετείχε στα γεγονότα της εποχής ποικιλοτρόπως, αφού πολλές γραπτές αναφορές υπάρχουν για σημαίνοντα πρόσωπα που κατάγονταν απ’ το χωριό μας, αλλά και γεγονότα και σχετικές διηγήσεις μέσα απ’ την τοπική προφορική παράδοση που μαρτυρούν κάτι τέτοιο. Υπάρχουν επίσης κτίσματα, όπως πλήθος εκκλησιών που κτίστηκαν τότε και μάλιστα με υπέροχες τοιχογραφίες και άριστης τεχνικής και αγιογραφίας τέμπλα, τα δυο πέτρινα γεφύρια που έγιναν επί τουρκοκρατίας, επίσης μεγάλος αριθμός νερόμυλων, οικογενειακών πύργων(παλιόπυργος) κ.ά. Όλα αυτά μαρτυρούν σχετική ευημερία και ανάπτυξη .
Ένα πολύ σημαντικό μνημείο που κτίστηκε στο χωριό μας την προεπαναστατική περίοδο και που δυστυχώς δε διασώζεται, παρά μόνο ελάχιστα εναπομείναντα τμήματά του, ήταν ο ιστορικός τάφος του Βεληγκέκα, αρχηγού εκστρατευτικού σώματος του Πασά των Ιωαννίνων που περιπολούσε την ευρύτερη περιοχή του Βάλτου και των Αγράφων και είχε ως σκοπό την καταστολή των προεπαναστατικών κινημάτων.
Εκείνο τον καιρό είχε ως αποστολή τη διάλυση της κλέφτικης ομάδας του τοπικού ήρωα Κατσαντώνη, η οποία είχε αποκτήσει ιδιαίτερη δύναμη και φήμη και φυσικά αντιμάχονταν την κυριαρχία του Αλή Πασά στην περιοχή.
Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, πολλοί Έλληνες που δεν άντεχαν να ζήσουν κάτω από τον τουρκικό ζυγό, κατέφευγαν στα βουνά, για να ζήσουν ελεύθεροι. Τα βουνά των Αγράφων φιλοξένησαν πολλούς κλέφτες. Στις κορυφές τους είχαν τα λημέρια τους κι από εκεί πολεμούσαν τους Τούρκους.
Το 1807, ο Κατσαντώνης με τα παλικάρια του βρίσκονταν στην περιοχή της Χρύσως. Την ίδια περίοδο έφτασε στη Χρύσω ο Βεληγκέκας, πρωτοπαλίκαρο του Αλή-Πασά, έχοντας μαζί του 400 Αρβανίτες με σκοπό να εξοντώσει τον Κατσαντώνη και τους άνδρες του. Στρατοπέδευσε στη Χρύσω και φιλοξενήθηκε στο σπίτι ενός παπά (πιθανώς του παπά-Ζόπρα. Κατ’ άλλους φιλοξενήθηκε στο σπίτι κάποιου Καράνη). Το δημοτικό τραγούδι λέει:
«Ο Βεληγκέκας τρώει ψωμί, σ’ ενός παπά το σπίτι,
παπαδοπούλα τον κερνά, σε ασημένιο τάσι…»
Ο Κατσαντώνης που παρακολουθούσε τις κινήσεις του, του παράγγειλε με απεσταλμένο του να δώσουν την τελική μάχη στη θέση «Σπανορούλα» του υψώματος Προσηλιάκου. Ο Βεληγκέκας δέχτηκε και στη σκληρή μάχη που δόθηκε, ο ίδιος ο Κατσαντώνης σκότωσε τον Βεληγκέκα. Το ακριβές σημείο έχει από τότε την ονομασία «στου Βελή».
Οι επιζώντες Αρβανίτες μετέφεραν τους νεκρούς τους στα Γάβρενα και τους έθαψαν σε θέση που από τότε ονομάστηκε «μνήματα». Η σωρός όμως του αρχηγού τους Βεληγκέκα, μεταφέρθηκε στη Χρύσω που ήταν το κεντρικό χωριό της περιοχής, όπου έγινε ο ενταφιασμός του και κτίστηκε μεγαλοπρεπής τάφος, ο οποίος σώζονταν σε άριστη κατάσταση μέχρι το 1930. Η θέση του μνημείου ονομάζεται και σήμερα «Τουρκόμνημα».
Δυστυχώς από άγνοια της ιστορικής του αξίας και από ανάγκη επέκτασης τμήματος του χωραφιού κάποιου και από άλλες παρεμβάσεις, γκρεμίστηκε και πολλά απ’ τα δομικά του υλικά χρησιμοποιήθηκαν για κτίσιμο σπιτιών και του αρχικού εικονίσματος του αγίου Σεραφείμ στην είσοδο του χωριού.
Απ’ τα σημαντικά πρόσωπα της εποχής απ’ το χωριό μας ήταν ο Νίκος Θέος που χρημάτισε γραμματέας του Αλή Πασά των Ιωαννίνων, αλλά και αγωνιστές της επανάστασης, οι οποίοι αναγράφονται σε έγγραφα τοπικών αρχών με τις υπογραφές γνωστών οπλαρχηγών (Ράγκου, Φραγκίστα, Στάικου, Βελή κ.ά.) και μάλιστα έλαβαν αργυρά, χάλκινα και σιδηρά αριστεία για τη επάξια συμμμετοχή τους στους αγώνες αυτούς [περισσότεροι από ογδόντα (80) αγωνιστές].
ΓΕΡΜΑΝΟ-ΙΤΑΛΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ
Κατά τη διάρκεια της κατοχής η ευρεία περιοχή των Αγράφων αποτέλεσε κρησφύγετο των ανταρτών της εθνικής μας αντίστασης. Οι ιταλικές δυνάμεις κατοχής που είχαν υπό τον έλεγχό τους την περιοχή της Ευρυτανίας, πραγματοποιούσαν επιδρομές κατά των Αγράφων και ολόκληρης της Ευρυτανίας, με σκοπό τη διάλυση του αντάρτικου στρατού. Πολλά χωριά κατά τις επιχειρήσεις αυτές υπέστησαν λεηλασίες και πυρπολήσεις.
Οι χωριανοί που ήταν κρυμμένοι στα γύρω βουνά πρόλαβαν κι έσβησαν δυο – τρία σπίτια μόνο και βρέθηκαν έτσι στην αρχή του χειμώνα χωρίς στέγη και χωρίς υπάρχοντα. Αναγκάστηκαν να σκορπίσουν σε καλύβες πλησίον του χωριού ή σε δικούς τους ανθρώπους μακρύτερα για να επιβιώσουν με τις οικογένειές τους.
Και εδώ ο λαϊκός ποιητής ρωτά κι απαντά:
«Χρύσω μου πού ‘ν τα πλούτη σου,
και πού ‘ν η ομορφιά σου;
Τα πλούτη μου είναι τα παιδιά
κι ομορφιά η δόξα…»
Ακόμη, στις 6 του Δεκέμβρη του 1942, λίγο έξω απ’ το χωριό και συγκεκριμένα στη θέση Λογγά, κοντά στο ποτάμι Γαβρενίτη, σε μια από τις εκκαθαριστικές επιδρομές τους, οι Ιταλοί συνέλαβαν κι εκτέλεσαν επί τόπου, αφού τους ανάγκασαν να σκάψουν πρώτα τους τάφους τους, επτά αγωνιστές πατριώτες. Εκεί ψηλότερα στη θέση Νιμάτια, στήθηκε μνημείο προς τιμή τους και κάθε χρόνο τιμάται η μνήμη τους με μια σεμνή τελετή από το δήμο μας.
Αργότερα με τον εμφύλιο, το τίμημα για τους Χρυσιώτες ήταν βαρύτερο, αφού χάθηκαν δεκάδες νέα παιδιά που πήραν μέρος με τη μια ή την άλλη μεριά κι αυτό ήταν ένας ακόμα λόγος για την παρακμή του χωριού.
Μετά το 1950 άρχισαν οι εργασίες ανοικοδόμησης του χωριού. Εκείνα όμως τα παλιότερα σπίτια που κάηκαν, ήταν πραγματικά αρχοντικά τα περισσότερα κι όμοιά τους δε χτίστηκαν άλλα. Τέσσερα χρόνια αργότερα (1954) ξεκίνησε το χτίσιμο του ξενώνα, δωρεά του Αλέξανδρου Μέρου, Χρυσιώτη δημοσιογράφου, πολιτικού και εκδότη της εφημερίδας του Βόλου «ο Ταχυδρόμος», με σκοπό τη δωρεάν στέγαση των περαστικών.
ΧΡΥΣΩ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ
Η Χρύσω ήταν ένα από τα χωριά της Ευρυτανίας με πολλούς κατοίκους και με αρκετές παραγωγικές δραστηριότητες κατά το παρελθόν. Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Γερμανούς και το τέλος του εμφυλίου πολέμου, η ελληνική επαρχία άρχισε να ερημώνει, εξαιτίας των πολιτικών διώξεων, αλλά και της γενικότερης οικονομικής πολιτικής που εφαρμόστηκε, με την εγκατάσταση όλων των βιομηχανικών μονάδων στα μεγάλα αστικά κέντρα. Οι νέοι Χρυσιώτες εγκατέλειψαν το χωριό τους αναζητώντας μία καλύτερη τύχη στα αστικά κέντρα και το χωριό παρήκμασε.
Μία ακόμα αιτία εγκατάλειψής του από τους κατοίκους του ήταν και ο σεισμός του Φεβρουαρίου του 1966, που επέφερε σοβαρές ζημιές στα περισσότερα σπίτια του χωριού και σε συνδυασμό με τις σκληρές συνθήκες διαβίωσης, πολλοί κάτοικοι προτίμησαν να αναζητήσουν «παραπέρα» την ευκαιρία για καλύτερη ζωή, παρά να ξαναχτίσουν τα σπίτια τους και να μείνουν στο χωριό.
Έτσι λοιπόν οι Χρυσιώτες άρχισαν από πολύ νωρίς να μεταναστεύουν είτε στο εσωτερικό της χώρας είτε στο εξωτερικό. Στο εσωτερικό, οι πόλεις που προτίμησαν ήταν μεγάλα αστικά κέντρα όπως η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη και η Λαμία, καθώς και μικρότερα κέντρα όπως το Καρπενήσι, το Αγρίνιο, η Καρδίτσα κ.ά.
Στο εξωτερικό, συναντάμε αρκετούς Χρυσιώτες στις ΗΠΑ και τον Καναδά και λιγότερους στη Γερμανία, την Αυστραλία κ.ά. Σχεδόν κάθε οικογένεια έχει ένα ή περισσότερα μέλη της μετανάστες. Οι συνθήκες ζωής και εργασίας στους νέους τόπους εγκατάστασης δεν ήταν οι καλύτερες. Η φτώχεια και οι πολλές ώρες εργασίας ήταν κυρίαρχα στη ζωή τους. Η μόνη παρηγοριά τους ήταν η επαφή και η αλληλοβοήθεια , που είχαν μεταξύ τους, εφόσον στο νέο τόπο εγκατάστασης δεν ήταν μόνοι τους. Υπήρξε και πρότερη γενιά μεταναστών χωριανών μας στις αρχές του 20ου αιώνα με προορισμό την Αμερική. Υπάρχουν καταστάσεις επιβίβασης σε πλοία που τους μετέφεραν και που αναφέρουν τα ονόματά τους. Λίγο νωρίτερα, υπήρξε μια κίνηση μεταναστών προς Κωνσταντινούπολη κι αυτό βεβαιώνεται από τις επώνυμες προσφορές τους με προέλευση την Πόλη, σε εκκλησίες του χωριού.